- χρυσοκονδυλιστής
- ο, ΝΜ, και χρυσοκοντυλιστής, Ν1. αγιογράφος ειδικευμένος στη διακόσμηση τών εικόνων με χρυσό2. καλλιτέχνης γραφέας, που φρόντιζε για την γραφή και διακόσμηση, με χρυσό, πρωτογραμμάτων, επιτίτλων ή μικρογραφιών στα χειρόγραφα.[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσοκονδυλ-ιά / χρυσοκοντυλ-ιά + κατάλ. -ιστής*].
Dictionary of Greek. 2013.